Cyprus
This article was added by the user . TheWorldNews is not responsible for the content of the platform.

Μείωση των χρηματοδοτήσεων και οικονομική επιβράδυνση  

Οι αναλύσεις συγκλίνουν σε ένα δύσκολο και «κρύο» πρώτο τρίμηνο του 2023, που θα ενισχύσει τις υφεσιακές πιέσεις, και οι οποίες προβληματίζουν επενδυτές, επιχειρηματίες και καταναλωτές

Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της Κεντρικής Τράπεζας, σημειώνεται η μείωση στην παραχώρηση νέων δανείων και καταγράφονται ως κύριοι λόγοι του φαινομένου η αβεβαιότητα που επικρατεί στην οικονομία, η αύξηση των επιτοκίων και η μείωση των εισοδημάτων των νοικοκυριών (γεγονός που οδηγεί σε αύξηση του ποσοστού απόρριψης αιτημάτων).

Η αβεβαιότητα αποτελεί εμπόδιο στην επιχειρηματική ανάπτυξη και πρωτοβουλία. Πολλές επενδύσεις είτε σε νέα έργα είτε σε στοιχεία πάγιου ενεργητικού αναβάλλονται εφόσον οι αποδόσεις αμφισβητούνται και το κόστος επένδυσης / κατασκευής / αγοράς βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα.

Οι αναλύσεις συγκλίνουν σε ένα δύσκολο και «κρύο» πρώτο τρίμηνο του 2023, που θα ενισχύσει τις υφεσιακές πιέσεις, και οι οποίες προβληματίζουν επενδυτές, επιχειρηματίες και καταναλωτές. Άλλωστε αν κάποιος εξετάσει τα γεγονότα πριν από περιόδους ύφεσης θα διαπιστώσει ότι η περίοδος υψηλών τιμών σε προϊόντα ενέργειας, όπως το αέριο και το πετρέλαιο, αποτελούν προμήνυμα σημαντικής οικονομικής συρρίκνωσης.

Όπως είναι φυσικό, οι αυξήσεις των επιτοκίων και το γεγονός ότι παραμένει ανοιχτό το ενδεχόμενο περαιτέρω αυξήσεων (κάποια τραπεζικά ιδρύματα διεξάγουν ασκήσεις προσομοίωσης για τα δανειακά τους χαρτοφυλάκια με βασικό ευρωπαϊκό επιτόκιο 3%) αποθαρρύνουν τους εν δυνάμει δανειολήπτες από το να αναζητήσουν δανεισμό - και αυτό σε μια περίοδο όπου τα εισοδήματα και η αγοραστική τους δύναμη συρρικνώνονται.

Υπενθυμίζεται ότι για να είναι δυνατή η παραχώρηση νέου δανεισμού θα πρέπει ο δανειολήπτης πέραν της παραχώρησης εξασφαλίσεων, δηλαδή ακίνητα ή περιουσιακά στοιχεία της επιχείρησης ή συνδυασμός τους, να μπορέσει να αποδείξει δυνατότητα αποπληρωμής. Επισημαίνεται ότι η δόση θα πρέπει να είναι ένα μικρό ποσοστό των καθαρών εισοδημάτων του δανειολήπτη.

Αυστηρότερα κριτήρια

Οπότε, η αυστηροποίηση των κριτηρίων παραχώρησης δανείων σε συνδυασμό με τον αριθμό εγγράφων που απαιτούνται (φυσικά μετά από τα γεγονότα της προηγούμενης δεκαετίας τα τραπεζικά ιδρύματα είναι ιδιαίτερα προσεκτικά σε ανοίγματα για να μην δημιουργήσουν νέο σημαντικό κύμα μη εξυπηρετούμενων δανείων) αποτελούν σημαντικούς λόγους μείωσης της ζήτησης.

Αρνητικά ως προς τις προθέσεις των τραπεζών ενδεχομένως να ενεργεί και το γεγονός που αφορά την αναστολή των εκποιήσεων, εφόσον ο παροπλισμός ενός σημαντικού εργαλείου ανάκτησης των χρεών επηρεάζει την αξία της υποθήκης και δεσμεύει σημαντικούς διοικητικούς πόρους σε μια μακροχρόνια ενδεχομένως διαδικασία αποπληρωμής.

Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι ο ιδιωτικός τομέας παραμένει υπερδανεισμένος ανεξάρτητα με το αν τα δάνεια ανήκουν σε τραπεζικά ιδρύματα ή σε εταιρείες διαχείρισης. Συνεπώς, τα περιθώρια για νέο δανεισμό είναι περιορισμένα.

Η διασφάλιση της χρηματοδότησης των αναγκών μιας επιχείρησης αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες επιβίωσης και ανάπτυξής της. Μια επιχείρηση, ως ζωντανός οργανισμός, πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προσαρμόζεται στο επιχειρησιακό και οικονομικό περιβάλλον στο οποίο λειτουργεί.

Για τις επιχειρήσεις, όπως και για οποιονδήποτε οργανισμό, ακόμα και για τα νοικοκυριά, είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει ένας σωστός σχεδιασμός ώστε τα εισοδήματα να καλύπτουν τις δαπάνες και τις ανάγκες χρηματοδότησης.

Η μόχλευση

Ο δανεισμός αποτελεί σημαντικό μέρος της χρηματοδότησης επενδύσεων και μέρος του κεφαλαίου κίνησης των επιχειρήσεων. Η μόχλευση, στο πλαίσιο ενός λογικού χρηματοδοτικού σχεδίου, είναι ένα απόλυτα υγιές φαινόμενο το οποίο μεγιστοποιεί τα κέρδη μιας επένδυσης.

Φυσικά, η μόχλευση σταματά να είναι χρηματοδοτικό εργαλείο τη στιγμή που γίνεται με υπερβολικό τρόπο, χωρίς να διασφαλίζεται η δυνατότητα αποπληρωμής και φυσικά όταν ο δανεισμός διοχετεύεται σε αμφιβόλου ποιότητας επενδύσεις, χωρίς καμία αξιολόγηση του ρίσκου που αναλαμβάνεται.

Σε σχέση με τα νέα έργα, απαιτείται η συνεισφορά του επενδυτή κοντά στο 30% πριν να παραχωρήσει το τραπεζικό ίδρυμα σε εκταμίευση του ποσού του δανείου. Ως εκ τούτου, η μη εξεύρεση των ιδίων κεφαλαίων μπλοκάρει την υλοποίηση του έργου.

Όσον αφορά το πιο πάνω θέμα, και αυτό βρίσκεται στις προτάσεις σχεδόν όλων των υποψηφίων για τις προεδρικές εκλογές, ενδεχομένως με κάποιες διαφοροποιήσεις, είναι η ενεργοποίηση ενός μηχανισμού εγγύησης της επένδυσης ή και δημιουργία επενδυτικού ταμείου για να παρέχει τη χρηματοδότηση που απαιτείται σε ίδια κεφάλαια.

Ενισχυτικό των πιο πάνω είναι η κινητικότητα που πλέον παρατηρείται σε μικρότερα ακίνητα, κυρίως στη δευτερογενή αγορά, εφόσον νέα έργα ενδεχομένως να αναβλήθηκαν λόγω υψηλού κόστους κατασκευής ή και μη εξεύρεσης χρηματοδότησης.

Τα ακίνητα

Μεγάλη είναι η ζήτηση που παρατηρείται σε οικιστικές μονάδες από άτομα που αποφασίζουν να μετεγκατασταθούν στην Κύπρο, που διαθέτουν όμως τα κεφάλαια για την αγορά τους ή χρειάζονται μικρό ποσοστό δανεισμού (σε αντίθεση με τα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω, σταδιακά τα τραπεζικά ιδρύματα παραχωρούν δανειακές χρηματοδοτήσεις σε ξένους υπηκόους, αλλά το ποσοστό αυτών των νέων δανείων είναι πολύ μικρό σε σχέση με τη γενική συρρίκνωση της ζήτησης για νέα δάνεια).

Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, ο περιορισμός των χρηματοδοτήσεων και της ρευστότητας στην αγορά αναμένεται να επηρεάσει την οικονομία. Στοιχεία που ανακοινώνονται όσον αφορά την ανεργία, την πορεία των ακινήτων και την παραγωγικότητα στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και σε χώρες του σκληρού πυρήνα της ευρωζώνης καταδεικνύουν επιβράδυνση και επιφέρουν προβληματισμό.

Η κυπριακή οικονομία το έτος που διανύουμε, παρά τις σημαντικές προκλήσεις, αποδεικνύεται ανθεκτική και σημειώνει σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Τομείς όπως ο τουρισμός και οι υπηρεσίες, για τους οποίους υπήρξαν ανησυχίες με το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία αποδείχτηκαν ανθεκτικοί, με αποδόσεις καλύτερες από τις αρχικές προβλέψεις.

Σημειώνεται ότι πέραν των αρνητικών συνεπειών των κυρώσεων, των αντικυρώσεων, του υψηλού πληθωρισμού και του αυξημένου ενεργειακού κόστους, η Κύπρος αυτή τη χρονιά κατάφερε να προσελκύσει σημαντικό αριθμό ξένων εταιρειών που μετεγκαταστάθηκαν με το προσωπικό τους, με την ενίσχυση του τομέα της τεχνολογίας να αποτελεί έναν από τους κύριους λόγους μεγέθυνσης του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της χώρας.