Cyprus
This article was added by the user . TheWorldNews is not responsible for the content of the platform.

Το μπαρ, το Πουρνάρα και ο βίαιος σύζυγος: Θύματα έμφυλης βίας καταθέτουν τη μαρτυρία τους

Το μπαρ, το Πουρνάρα και ο βίαιος σύζυγος: Θύματα έμφυλης βίας καταθέτουν τη μαρτυρία τους

Η Έμα η οποία ενηλικιώθηκε μέσα στον κέντρο φιλοξενίας, βιάστηκε 14 φορές από άλλους φιλοξενούμενους του κέντρου

Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2022. Λίγο μετά το μεσημέρι χτυπά το τηλέφωνο στο γραφείο. Στην άλλη γραμμή του τηλεφώνου μια κοπέλα. Νεαρή και κυρίως φοβισμένη, απ' όσο μπορεί κάποιος να διακρίνει από τη φωνή. Ήταν αγχωμένη και μιλούσε γρήγορα. Της ζήτησα να πάρει μια ανάσα και να μου πει από την αρχή τι ήθελε και κυρίως πώς μπορούσα να τη βοηθήσω. «Είμαι η Σάρα και έχω πέσει θύμα βίας αρκετές φορές. Δεν θέλω τη βοήθειά σας. Εγώ θέλω να βοηθήσω εσάς και όλες τις γυναίκες που υποφέρουν». Πήρα στυλό και χαρτί και άρχισα να καταγράφω με προσοχή όσα μου έλεγε. Ξαφνικά τη διέκοψα και της ζήτησα να βρεθούμε και να συνεχίσουμε την κουβέντα. Αρχικά δεν ήταν τόσο θετική. Στη συνέχεια όμως πείστηκε και κάπως έτσι αποφασίσαμε την επόμενη κιόλας ημέρα να πάμε για καφέ. Δέχθηκε να έρθει και να φέρει μαζί και την αδερφή της, με την προϋπόθεση ότι δεν θα αποκαλυφθεί η πραγματική τους ταυτότητα. Το αίτημά τους έγινε δεκτό και έτσι οι δυο τους αποφάσισαν να ανοίξουν για πρώτη φορά την καρδιά τους και να μιλήσουν για όσα η κυπριακή κοινωνία επιλέγει να κρύψει κάτω από το χαλί.

Το φευγιό

Η Σάρα και η αδερφή της, η Έμα, 27 και 22 ετών αντίστοιχα, ήρθαν στην Κύπρο ως μετανάστριες πριν από τέσσερα χρόνια. Έφυγαν από τη χώρα τους, τη Γεωργία, για να γλυτώσουν από τον σύζυγο της Σάρας και ήρθαν στην Κύπρο με την ελπίδα ότι θα έχουν μια δεύτερη ευκαιρία για μια καλύτερη ζωή. Δεν ήξεραν προφανώς τι τις περίμενε. «Αν ήξερα μπορεί και να προσπαθούσα να βρω τρόπο για να μείνουμε στη Γεωργία», είπε χαρακτηριστικά η Έμα. Πριν από πέντε χρόνια, η Σάρα, σε ηλικία 22 ετών, αποφάσισε να εγκαταλείψει τον σύζυγό της κρατώντας στα χέρια της ένα μωρό μόλις τριών εβδομάδων. «Έφυγα από το σπίτι όταν ο άντρας μου με ξυλοφόρτωσε επειδή δεν του πήγα τις παντόφλες του. Τάιζα το μωρό, με άρπαξε από τα μαλλιά και άρχισε να με χτυπά», ανέφερε η 27χρονη σήμερα γυναίκα, σημειώνοντας ότι ήταν ίσως από τις λίγες σωστές αποφάσεις που πήρε στη ζωή της. Έφυγε και κρύφτηκε στο πατρικό της και μετά από πολλές δυσκολίες κατάφερε να πάρει διαζύγιο αλλά και την κηδεμονία του παιδιού της. Αυτό βέβαια δεν σήμαινε και πολλά για τον πρώην σύζυγό της, ο οποίος συνέχισε, σύμφωνα με την ίδια, ανά τακτά χρονικά διαστήματα να την ενοχλεί και να απειλεί ότι θα τη σκοτώσει και εκείνη και την αδερφή της αν δεν επέστρεφε στο σπίτι τους. Σημαντικό ρόλο για να πάρουν την απόφαση να φύγουν από τη χώρα έπαιξε το γεγονός ότι οι δύο γυναίκες ήταν μόνες τους στον κόσμο και δεν είχαν κάποιον άντρα συγγενή ο οποίος θα μπορούσε να τους εξασφαλίσει προστασία. Έτσι η Σάρα άρχισε να αναζητά δουλειά στο εξωτερικό, και επειδή μιλά τουρκικά κατάφερε να εξασφαλίσει, ή τουλάχιστον έτσι είχε αντιληφθεί, δουλειά στην Τουρκία, συγκεκριμένα στην Κωνσταντινούπολη.

Βίαιος πατέρας

Εξιστορώντας τα όσα βίωσαν όσο ζούσαν στη Γεωργία οι δύο γυναίκες αναφέρθηκαν και στο πώς έχασαν τη μητέρα τους, η οποία μαρτύρησε στην κυριολεξία στα χέρια του πατέρα τους. Ο πατέρας τους βρίσκεται ακόμη και σήμερα στη φυλακή καθώς σκότωσε τη μητέρα τους πριν από 12 χρόνια. Τη μαχαίρωσε μπροστά στα μάτια των κόρων του, οι οποίες τότε ήταν μόλις 15 ετών η Σάρα και 10 ετών η Έμα. Η Έμα μπορεί να ήταν μικρή αλλά, όπως η ίδια λέει, η εικόνα της μάνας της να πέφτει στο έδαφος μέσα στα αίματα δεν έχει φύγει ακόμη από το μυαλό της. «Είχαν τσακωθεί γιατί η μαμά του είπε ότι βρομούσε αλκοόλ και εκείνος πήρε το μαχαίρι και της το κάρφωσε στην κοιλιά», είπε η Έμα. Η Σάρα θυμάται τη μητέρα της να της λέει να προσέχει τη μικρή και να προσέχει και τον εαυτό της. «Μας είπε να προσέχουμε, να μην κάνουμε τα ίδια λάθη με εκείνη, λες και ήξερε ότι θα ακολουθούσαμε τον δικό της δρόμο», είπε η Σάρα. Η ίδια μίλησε και για τις φορές που ο πατέρας της έδειρε τη μητέρα της αλλά και εκείνη, για τις φορές που επέστρεψε στο σπίτι και βρήκε τη μάνα της να κλαίει, αλλά και για τις φορές που ο πατέρας της προσπάθησε να σκοτώσει τη μητέρα της, «μέχρι που τα κατάφερε και ησύχασε».

Από την Τουρκία στην Κύπρο

Η Σάρα και η Έμα έφυγαν από τη Γεωργία με το μωρό και με μια τσάντα που είχε δεν είχε τα απαραίτητα. Στο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης τούς περίμενε ο υπεύθυνος της επιχείρησης στην οποία θα έπιανε δουλειά η Σάρα. Αυτό γνώριζαν τουλάχιστον οι δύο γυναίκες. Όταν έφτασαν όμως εκεί πληροφορήθηκαν ότι η επιχείρηση είχε μεν έδρα την Κωνσταντινούπολη αλλά η Σάρα θα εργαζόταν στην αρχή στο παράρτημα στην «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου», δηλαδή στα κατεχόμενα. «Δεν ξέραμε πού είναι η Κύπρος, τι γλώσσα μιλάτε, ούτε για τα κατεχόμενα», σημείωσε η Σάρα, η οποία είχε αρχίσει να αντιλαμβάνεται ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Τα πράγματα έγιναν χειρότερα όταν τις ενημέρωσαν ότι ενώ μέχρι την Τουρκία ταξίδεψαν με αεροπλάνο, στη συνέχεια θα συνέχιζαν το ταξίδι τους με πλοίο και ότι ο καπετάνιος δεν θα τις έβαζε μέσα αν δεν πλήρωναν περίπου 1.500 ευρώ η κάθε μία. Οι δύο γυναίκες υποστηρίζουν ότι οι «ιδιοκτήτης» της επιχείρησης τούς είπε ότι τα λεφτά τους θα τα πάρουν πίσω μόλις φτάσουν στα κατεχόμενα. Έτσι μπήκαν στο πλοίο, το οποίο έγινε τελικά βάρκα, μαζί με άλλους 80 περίπου μετανάστες και με Τούρκο καπετάνιο. «Δεν φτάσαμε όλοι στη στεριά. Δύο-τρεις έπεσαν από τη βάρκα και δεν μπόρεσαν να ανέβουν ξανά», ανέφερε η Έμα, με την αδερφή της να συμπληρώνει ότι δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα να βλέπεις έναν άνθρωπο να πεθαίνει και να μην μπορείς να τον βοηθήσεις. Λίγο πριν πιάσουν στεριά, ένα άλλο πλοίο, το οποίο ήταν κανονικό και όχι βάρκα, τους πλησίασε και ξαφνικά ο Τούρκος καπετάνιος πήδηξε στη θάλασσα, ανέβηκε στο πλοίο και έφυγε. Λίγο αργότερα τους βρήκε η Λιμενική και κάπως έτσι οι δύο γυναίκες, μαζί με την ενός έτους κόρη της Σάρας βρέθηκαν στο Κέντρο Φιλοξενίας Προσφύγων Πουρνάρα.

Δεκατέσσερις φορές

Στο Πουρνάρα έμειναν έξι μήνες. Δεν είναι πολύς καιρός, αν αναλογιστεί κανείς ότι υπάρχουν πρόσφυγες που μένουν εκεί 10 μήνες ή και έναν χρόνο. Το πρόβλημα δεν ήταν τόσο ο χρόνος διαμονής όσο οι συνθήκες. Η Έμα η οποία ενηλικιώθηκε μέσα στο Κέντρο Φιλοξενίας βιάστηκε 14 φορές από άλλους φιλοξενούμενους του κέντρου. «Θυμάμαι κάθε μία από τις 14 φορές που με βίασαν. Ήταν κάθε φορά η ίδια παρέα. Ερχόντουσαν νύχτα και με έπαιρναν από τη σκηνή που μέναμε με τη Σάρα και με άλλες γυναίκες. Διάλεγαν κάθε φορά 2-3 από εμάς. Την πρώτη φορά που επισκέφθηκαν τη σκηνή μας πήραν εμένα μαζί τους και ένα κορίτσι 14 χρονών», είπε η Έμα, η οποία ακόμη αναρωτιέται γιατί. «Ακόμη ακούω στα αφτιά μου τις φωνές της Έμα από εκείνη την πρώτη φορά και τα βάζω με τον εαυτό μου που δεν κατάφερα να την προστατεύσω. Προσπάθησα αλλά μια άλλη κοπέλα με κράτησε πίσω λέγοντάς μου να μην μιλήσω γιατί θα είμαι η επόμενη», ανέφερε η Σάρα. Η Σάρα δεν θυμάται πόσες φορές τη βίασαν, το μόνο που θυμάται, όπως λέει η ίδια, ήταν η μυρωδιά του κτήνους μετά από κάθε βιασμό στο σώμα της. Η μόνη από τις οκτώ που βρήκε τη δύναμη να μιλήσει ήταν η Έμα, η οποία το ίδιο βράδυ κακοποιήθηκε βάναυσα, με αποτέλεσμα να νοσηλευθεί. Οι γιατροί στο νοσοκομείο, σύμφωνα με την ίδια, είχαν αντιληφθεί τι συνέβαινε στην κοπέλα, το ανέφεραν στην Αστυνομία αλλά κανένας δεν τιμωρήθηκε.

«Δεν υπήρχε κανένας να με βοηθήσει»

Όταν εγκρίθηκε η άδεια παραμονής τους, οι δύο γυναίκες νόμιζαν ότι το μαρτύριό τους είχε τελειώσει. Αυτό ήλπιζαν τουλάχιστον. Βγαίνοντας από το Κέντρο Φιλοξενίας και στην προσπάθειά τους να βρουν δουλειά, η Σάρα γνώρισε και ερωτεύτηκε τον «Γιάννη». Εκείνος της συστήθηκε ως γνωστός Κύπριος επιχειρηματίας, ο οποίος θα μπορούσε να της προσφέρει μια ευτυχισμένη ζωή, αρκεί να τον ακολουθούσε στη Λεμεσό. Ο Γιάννης διατηρούσε μπαρ, στο οποίο θα έπιαναν δουλειά η Σάρα και η Έμα, ενώ αρχικά θα τις φιλοξενούσε στο σπίτι του μέχρι να βρουν έναν δικό τους χώρο. Τελικά, μόνο η Έμα πήγε για δουλειά στο μαγαζί, ενώ δύο εβδομάδες μετά την εγκατάστασή τους στη Λεμεσό, ο Γιάννης έκανε πρόταση γάμου στη Σάρα, με τη νεαρή να λέει το «ναι» χωρίς δεύτερη σκέψη. Η Σάρα, όπως η ίδια παραδέχεται, ήταν τόσο ερωτευμένη που είχε θολώσει και δεν μπορούσε να αντιληφθεί πόσο επικίνδυνος ήταν ο άντρας τον οποίο είχε παντρευτεί. Η Έμα το αντιλήφθηκε αυτό από το πρώτο κιόλας βράδυ στη δουλειά. Ο υπεύθυνος του μαγαζιού της είπε ξεκάθαρα ότι δεν θα σερβίρει απλώς τους πελάτες αλλά θα ικανοποιεί και όλες τις άλλες επιθυμίες τους. «Στην αρχή δεν είχα καταλάβει τι εννοούσε. Δεν άργησα όμως και πολύ να καταλάβω», λέει η Έμα, η οποία θυμάται έναν πελάτη, κοστουμαρισμένο, καθωσπρέπει και ντυμένο, πολύ μεγαλύτερό της ηλικιακά, να την αρπάζει από τη μέση και να της ψιθυρίζει στο αφτί διάφορα. Εκείνη φαίνεται να τον χτύπησε και να έφυγε τρέχοντας από το μαγαζί για να πάει να βρει την αδερφή της στο σπίτι. «Πήγα και την παρακαλούσα να φύγουμε πριν μάθει ο άλλος τι είχε συμβεί γιατί ήξερα τι θα συνέβαινε μετά. Δυστυχώς δεν πρόλαβα», ανέφερε η νεαρή. Κατά την ίδια, ο Γιάννης την πήρε από τα μαλλιά και τη γύρισε με το έτσι θέλω στο μαγαζί, όπου την ανάγκασε να κοιμηθεί με τον πελάτη, αφού πρώτα του ζήτησε συγγνώμη για τη συμπεριφορά της. «Όταν με βίασε ένιωσα το ίδιο ακριβώς συναίσθημα με τότε στο Πουρνάρα. Αυτή τη φορά συνοδευόμενο από το αίσθημα της απελπισίας», ανέφερε η Έμα ανακαλώντας μνήμες από τότε, συμπληρώνοντας: «Η μόνη διαφορά ήταν ότι εκείνη τη φορά δεν φώναξα. Δεν υπήρχε νόημα να φωνάξω. Δεν υπήρχε κανένας να με βοηθήσει». Μετά τον πελάτη, σειρά πήρε εκείνο το βράδυ και ο Γιάννης, ο οποίος βίασε τη νεαρή, θέλοντας, όπως της είπε, να της δώσει ένα μάθημα. «Και πάλι δεν φώναξα και δεν αντέδρασα. Ήξερα ότι δεν θα με βοηθούσε κανείς και απλώς έκλεισα τα μάτια και παρακαλούσα να τελειώσει όσο πιο γρήγορα γινόταν το μαρτύριο αυτό», εξήγησε η Έμα. Ούτε και η Σάρα μπορούσε να βοηθήσει την Έμα, μιας και η ίδια δεν μπορούσε να δεχθεί ότι ο άντρας που αγάπησε ήταν ένα κτήνος. Δεν μπορούσε να δεχθεί ότι έκανε για δεύτερη φορά κακή επιλογή και κατηγόρησε την αδερφή της. «Τότε μου ήταν πιο εύκολο να πιστέψω ότι η αδερφή μου, ο άνθρωπος με τον οποίο μεγάλωσα μαζί, δεν έλεγε την αλήθεια, παρά να αποχωριστώ τον άντρα μου», είπε η Σάρα σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσει τις πράξεις της. Η Έμα είχε πει από την πρώτη στιγμή στη Σάρα τι είχε συμβεί αλλά εκείνη δεν την πίστεψε και της ζήτησε να φύγει από το σπίτι, λέγοντάς της μάλιστα ότι τα βγάζει όλα από το μυαλό της, επειδή ζηλεύει και δεν μπορούσε να δεχθεί ότι η αδερφή της ήταν για πρώτη φορά στη ζωή της ευτυχισμένη. Η Έμα έφυγε από το σπίτι και από την πόλη, ενώ η αδερφή της ακόμη δεν ήταν σε θέση να αντιληφθεί ποιος ήταν ο άντρας τον οποίο αποκαλούσε «ο έρωτας της ζωής της».

«Επειδή είμαστε ξένες…»

Η Σάρα έμεινε μαζί του σχεδόν έναν χρόνο. Σ’ αυτό το διάστημα ο Γιάννης της συμπεριφερόταν με τον καλύτερο τρόπο. Άρχισε όμως να δείχνει τον πραγματικό του χαρακτήρα όταν έμαθε πως η Σάρα ήταν έγκυος. Ο ίδιος δεν ήθελε να αποκτήσει παιδιά. Ούτε την κόρη της Σάρας ήθελε, αλλά εκείνη δεν μπορούσε να το αντιληφθεί. Ξαφνικά άρχισε να γίνεται απότομος, ενώ δεν άργησε να σηκώσει το χέρι του και να χτυπήσει τη Σάρα. Μια μέρα άρχισε να τη χτυπά στην κοιλιά, με αποτέλεσμα να αποβάλει. Δύο ημέρες αργότερα η Σάρα πήρε την κόρη της και έφυγε από το σπίτι. Για καλή της τύχη, όπως λέει και η ίδια, ο Γιάννης δεν την έψαξε και έτσι η ίδια αποφάσισε να μην προβεί σε καταγγελία εναντίον του. «Δεν είμαι σίγουρη αν έκανα το σωστό που δεν τον κατήγγειλα. Το μόνο που ξέρω είναι ότι αν το έκανα θα κινδύνευα και εγώ και η αδερφή μου και η κόρη μου», είπε η Σάρα. «Δυστυχώς επειδή δεν είμαστε Κύπριες δύσκολα θα βρίσκαμε το δίκιο μας», ανέφερε η Έμα, για να συμπληρώσει ότι «δυστυχώς επειδή είμαστε ξένες δεν υπάρχει κανένας να μας υποστηρίξει και, το χειρότερο, δεν είμαστε μόνο εμείς. Οι άλλες που ήταν μαζί μας στο Πουρνάρα ποιος ξέρει πού κατέληξαν;». Απαντώντας στην ερώτηση τού τι επιδιώκουν μέσα από την κοινοποίηση της δικής τους ιστορίας, εξήγησαν ότι θέλουν να τους λάβει κάποιος υπόψη. «Επειδή είμαστε ξένες, επειδή δεν μιλάμε τέλεια τα ελληνικά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είμαστε άνθρωποι και ότι μπορεί ο καθένας να μας εκμεταλλεύεται», είπε η Σάρα, με την Έμα να συμπληρώνει ότι «πρέπει επιτέλους οι αρμόδιοι να αναλάβουν τις ευθύνες που τους αναλογούν και να δουν λίγο τι συμβαίνει μέσα και έξω από το Πουρνάρα».